- δωρίζομαι
- δωρίζομαι, δωρίστηκα, δωρισμένος βλ. πίν. 34
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Δωρίζομαι — Δωρίζω imitate the Dorians in life pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)